Aρχική / Πρόσωπα/Πορτρέτα / Καθηγήτριες και Καθηγητές / Χέλμουτ Γκρόιλιχ / Ιστορικό πλαίσιο_1
Από το 1939, ο δρ Χέλμουτ Γκρόιλιχ βρίσκεται στην πρώτη γραμμή του μετώπου και ζει από πρώτο χέρι τη φρίκη του πολέμου σε διάφορες εμπόλεμες ζώνες της Ευρώπης. Με μεγάλες προσδοκίες, ο νεαρός καθηγητής και πατέρας τριών παιδιών αποδέχεται το 1941 την πρόσληψη στη ΓΣΑ, με την ελπίδα ότι η θητεία του σε γερμανικό σχολείο του εξωτερικού θα βάλει τέλος στον επώδυνο χωρισμό από την οικογένειά του. Ωστόσο, η καθημερινότητα στην κατεχόμενη Αθήνα αποδεικνύεται εξαιρετικά σκληρή. Απογοητευμένος, ο Γκρόιλιχ διαμαρτύρεται στις επιστολές του προς τον διευθυντή και το Διοικητικό Συμβούλιο της ΓΣΑ για τις απελπιστικές συνθήκες διαβίωσης στην Αθήνα, επισημαίνοντας ότι θα ήταν ανεύθυνο εκ μέρους του να ζητήσει από την οικογένειά του να τον ακολουθήσει στην Ελλάδα, αφού οι ελλείψεις σε τρόφιμα δεν του επιτρέπουν να τη συντηρήσει. Όπως διαπιστώνουμε και από την επιστολή του προς το ΔΣ της ΓΣΑ, έζησε από κοντά τη βαθιά ανθρωπιστική κρίση στην οποία είχε βυθίσει τη χώρα η γερμανική κατοχή. Ας δούμε, όμως, πόσο βαθιά ήταν τα τραύματα που άφησαν στην Ελλάδα τα χρόνια της Κατοχής.
✎ Έρευνα: Αλεξάνδρα-Ηλιάνα Δημητριάδη, Ηλέκτρα Μαυρίδη, Αλίκη Πορτοσάλτε
Τα τραύματα της Ελλάδας από τη γερμανική κατοχή
Η γερμανική κατοχή (1941-1944/1945) στοίχισε στην Ελλάδα περισσότερες ζωές απ’ ό,τι σε όλες μαζί τις κατεχόμενες μη σλαβικές χώρες της Ευρώπης. Η παρατεταμένη κατοχή από τρεις διαφορετικές εχθρικές δυνάμεις (τη Γερμανία, την Ιταλία έως τον Σεπτέμβριο του 1943 και τη Βουλγαρία) παρέλυσε τη χώρα και πυροδότησε μια νέα εσωτερική πόλωση, η οποία οδήγησε στον Εμφύλιο πόλεμο. Στις σημαντικότερες ομάδες των θυμάτων συγκαταλέγονται οι νεκροί από την πείνα (περισσότεροι από 100.000 μόνο κατά τη διάρκεια του πρώτου κατοχικού χειμώνα 1941-1942), οι 60.000 εκτοπισμένοι και δολοφονημένοι Ελληνοεβραίοι και οι τουλάχιστον 7.000 νεκροί από τους βομβαρδισμούς, ενώ ο αριθμός των θυμάτων στις μάχες εναντίον των δυνάμεων της Εθνικής Αντίστασης και στις μαζικές σφαγές και εκτελέσεις αμάχων με το πρόσχημα των αντιποίνων αγγίζει τους 80.000 νεκρούς. Εκατοντάδες ελληνικά χωριά καταστράφηκαν από τους κατακτητές. Στα αρχεία φυλάσσονται αναρίθμητες φωτογραφίες που απεικονίζουν τα αποστεωμένα πρόσωπα των πεινασμένων κατοίκων της Αθήνας.
Το κατεστραμμένο χωριό των Μαζέικων (Κλειτορία), κοντά στα Καλάβρυτα. Ιδιωτική συλλογή Γιώτας Κολιοπούλου-Κωνσταντοπούλου, μαρτυρία αρ. mog039↵, ιστότοπος «Μνήμες από την Κατοχή στην Ελλάδα»
Ο τραγικός απολογισμός της γερμανικής κατοχής στην Ελλάδα
Τον Οκτώβριο του 1944, οι Γερμανοί άφηναν πίσω τους μια κατεστραμμένη χώρα. Ο ελληνικός λαός είχε πληρώσει πολύ βαρύ τίμημα στο βωμό της Κατοχής από τις κατασχέσεις (οχημάτων, πλωτών μέσων, υποζυγίων), τις επιτάξεις (κτιρίων, οικιών), τις κλοπές (τροφίμων , ζώων) και, κυρίως, από την πρόκληση θανάτων. Περίπου 20.650 ήταν οι νεκροί σε μάχες της Εθνικής Αντίστασης, 56.225 οι εκτελεσμένοι σε ολόκληρη την Ελλάδα, 7.120 οι νεκροί από τους βομβαρδισμούς και σχεδόν 60.000 Έλληνες Εβραίοι είχαν εκτοπιστεί και δολοφονηθεί στα γερμανικά στρατόπεδα. Τουλάχιστον 800 χωριά και κωμοπόλεις κείτονταν σε ερείπια. Πολλά μαρτυρικά χωριά υπέστησαν με ανείπωτες συνέπειες τα γερμανικά αντίποινα και τις μαζικές σφαγές. Ιδίως από το 1943 και μετά οι πολύνεκρες δολοφονικές επιχειρήσεις, με εκατό ή και περισσότερους νεκρούς κάθε φορά, έγιναν συνηθισμένο φαινόμενο: αδιαμφισβήτητα παραδείγματα συνιστούν οι μαζικές δολοφονίες αθώων ανθρώπων στα Καλάβρυτα, στο Κομμένο της Άρτας, στην Κλεισούρα Καστοριάς και στο Δίστομο.
Από τη γερμανική κατοχή στην Ελλάδα προήλθαν ζημιές στον υλικό και τεχνικό πλούτο, στις υποδομές και στον εξοπλισμό της χώρας. Όλες σχεδόν οι σιδηροδρομικές γέφυρες είχαν ανατιναχθεί, το 80% του τροχαίου υλικού είχε καταστραφεί, 73% του εμπορικού στόλου είχε βυθιστεί, όχι λιγότερα από 200.000 σπίτια είχαν υποστεί ανεπανόρθωτες ζημιές. Η καταλήστευση του εθνικού πλούτου οδήγησε την ελληνική οικονομία σε κατάρρευση.
Μνημόσυνο στο λόφο του Καππή,1945 Τα ορφανά παιδιά ανεβαίνουν στον τόπο της εκτέλεσης. Ιδιωτική συλλογή Γιώτας Κολιοπούλου-Κωνσταντοπούλου, μαρτυρία αρ. mog039↵, ιστότοπος «Μνήμες από την Κατοχή στην Ελλάδα»
Λιμός
Λίγους μήνες μετά την είσοδο των Γερμανών στην Αθήνα (27 Απριλίου 1941), η πρωτεύουσα οδηγήθηκε σε αφανισμό λόγω της έλλειψης τροφίμων και η πείνα έπληξε τις ασθενέστερες τάξεις, τα παιδιά και τους ηλικιωμένους. Ημερολόγια της εποχής ζωντανεύουν την εικόνα της πόλης: «Στο δρόμο κυκλοφορούν φαντάσματα» θυμάται η Ελένη Βλάχου, «άνθρωποι με άτονο βλέμμα, με σκυμμένες πλάτες, κοκαλιασμένοι από το κρύο, αφανισμένοι από την πείνα. Καμιά φορά τους βλέπεις πεσμένους χάμω στο πεζοδρόμιο. Είναι ζωντανοί, πεθαμένοι;» «Η πείνα θερίζει» αναφέρει συγκλονισμένος και ο Ροζέ Μιλλιέξ, τότε διευθυντής του Γαλλικού Ινστιτούτου, «από Πανεπιστημίου ίσαμε το Ινστιτούτο είδα ακόμη δυο παιδάκια 14 – 15 χρονών το ένα, 7 – 8 το άλλο, να πέφτουν κάτω από την εξάντληση. Δεν υπάρχουν πια ούτε φέρετρα για τους νεκρούς».
Ο λιμός του χειμώνα 1941 – 1942 είχε δραματικό αντίκτυπο στις μεγάλες πόλεις, κυρίως στην Αθήνα και τον Πειραιά, αλλά και στα μικρά άγονα νησιά. Στις 9 Ιουνίου 1941, οι κάτοικοι της Αθήνας ξεκίνησαν να λαμβάνουν τρόφιμα με δελτίο. Παράλληλα, η Μαύρη Αγορά έλαβε τεράστιες διαστάσεις. Σύμφωνα με τις πηγές της εποχής, το μεγαλύτερο μέρος της σοδειάς από την επαρχία δεν κατέληγε στην αγορά αλλά σε κερδοσκόπους και μεσάζοντες. Το παράνομο εμπόριο σχεδόν αντικατέστησε τις πραγματικές συναλλαγές και σε λίγους μήνες τα τρόφιμα είχαν σχεδόν εξαφανιστεί από τα ράφια των καταστημάτων. Συσσίτια άρχισαν να οργανώνονται από την εκκλησία, φιλανθρωπικές οργανώσεις και τον Ερυθρό Σταυρό.
Στην πρωτεύουσα την περίοδο 1941 – 1942 πέθαναν από τον λιμό κατά προσέγγιση 45.000 άνθρωποι, ενώ στη Θεσσαλονίκη το χρονικό διάστημα 1942 – 1943 απεβίωσαν από ασιτία – σε συνδυασμό και με την ελονοσία – περίπου 5.000 άνθρωποι.
Στην ελληνική συλλογική μνήμη η οδύνη του λιμού παραμένει ένα από τα ισχυρότερα μελανά στοιχεία της γερμανικής κατοχής. Όπως και πάλι μαρτυρεί ο Ροζέ Μιλλιέξ: «Πώς να ξεχάσουμε εκείνα τα μικρά τραγικά πρόσωπα τα σκαμμένα από την πείνα, τα χωρίς χαρά, που δεν ήξεραν πια να χαμογελούν, με το δέρμα κολλημένο πάνω στα πλευρά, με τους σπονδύλους των κινουμένων αυτών σκελετών να προεξέχουν, εκείνες τις κνήμες που είχαν γίνει σαν καλάμια και ήταν τόσο εύθραυστες ώστε παιδιά οκτώ χρονών έπρεπε να στηρίζονται σαν γέροι με μπαστούνια ή να τα σηκώνουν σαν βρέφη στα χέρια».
Bildquelle: Skulptur zur Erinnerung an die grausame Hinrichtung von über 500 Bewohnern Kalavrytas am 13. Dezember 1943 durch die deutschen Besatzer vor dem Museum des Holocaust in Kalavryta, Fotoarchiv Schülerbegegnung.
Επισιτιστική κρίση
Ήδη από τον Ιούνιο του 1941, τα τρόφιμα διανέμονταν στους κατοίκους της Αθήνας με το δελτίο, πράγμα που οδήγησε σταδιακά στην άνθηση της μαύρης αγοράς. Σύμφωνα με αξιόπιστες ιστορικές πηγές, το μεγαλύτερο μέρος των γεωργικών προϊόντων δεν κατέληγε στην αγορά, αλλά σε κερδοσκόπους και μεσάζοντες. Πολύ σύντομα, το παράνομο εμπόριο αντικατέστησε την ομαλή λειτουργία της αγοράς. Μέσα σε λίγους μήνες, τα τρόφιμα εξαφανίστηκαν από τα ράφια των καταστημάτων. Οι επιδρομές και οι κλοπές σε παντοπωλεία μέρα μεσημέρι δεν άργησαν να γίνουν καθημερινό φαινόμενο. Τα δημόσια συσσίτια τα οποία οργανώνονταν από την Εκκλησία, από φιλανθρωπικά ιδρύματα και τον Ερυθρό Σταυρό δεν αρκούσαν, για να αντιμετωπίσουν αποτελεσματικά την πείνα. Ο λιμός δεν είχε δραματικό αντίκτυπο μόνο στα μεγάλα αστικά κέντρα, αλλά και στη νησιωτική χώρα. Για παράδειγμα, το ποσοστό θνησιμότητας στη Σύρο ήταν υψηλότερο εν συγκρίσει με τις φτωχογειτονιές της Αθήνας και του Πειραιά. Ιδιαίτερα σημαντική υπήρξε η αποστολή επισιτιστικής βοήθειας από τον Διεθνή Ερυθρό Σταυρό, καθώς και η εγκατάσταση της Σουηδικής Αποστολής του Ερυθρού Σταυρού στην Αθήνα.
Δημόσιο συσσίτιο στην Ελλάδα του 1942-1943. Φωτογραφία της Βούλας Παπαϊωάννου © Φωτογραφικό αρχείο Μουσείου Μπενάκη.
Η φρίκη του πολέμου ανάγκασε δεκάδες χιλιάδες ανθρώπους να εγκαταλείψουν τα σπίτια τους και να αναζητήσουν καταφύγιο σε άλλες περιοχές. Οι δυσκολίες στη διανομή τροφίμων και ειδών πρώτης ανάγκης εντοπίζονταν ιδίως στις πόλεις, στις οποίες είχαν καταφύγει οι περισσότεροι εσωτερικοί πρόσφυγες. Η μετακίνηση αυτή δημιούργησε μια ανισορροπία ανάμεσα στα αστικά κέντρα και στις αγροτικές περιοχές, όπου οι άνθρωποι μπορούσαν να εξασφαλίσουν ένα ελάχιστο επίπεδο διαβίωσης. Στο τέλος της Κατοχής, ένας στους τρεις Έλληνες υπέφερε από επιδημικές ασθένειες, κυρίως ελονοσία, φυματίωση ή τύφο, με τα κρούσματα σε ορισμένες περιοχές να ξεπερνούν το 70% του ντόπιου πληθυσμού, κυρίως παιδιά.
Η ακριβής καταγραφή των νεκρών από την πείνα ήταν πρακτικά ανέφικτη, έτσι ώστε να είμαστε υποχρεωμένοι να αρκεστούμε σε εκτιμήσεις για τον αριθμό των θυμάτων. Πάντως, το βέβαιο είναι ότι ο λιμός στοίχισε περισσότερες ανθρώπινες ζωές απ’ ό,τι οι βομβαρδισμοί, ο πόλεμος εναντίον των ανταρτών και τα αντίποινα των κατακτητών. Ως εκ τούτου, τα δεινά που επέφερε η κατοχική πείνα παραμένουν μέχρι σήμερα ανεξίτηλα χαραγμένα στη συλλογική μνήμη του ελληνικού λαού.
Αθηναίοι ψάχνουν για τρόφιμα στα σκουπίδια, 1942. Ιδιωτική συλλογή Ιάσονα Χανδρινού, ιστότοπος «Μνήμες από την Κατοχή στην Ελλάδα»
Προτάσεις για περαιτέρω έρευνα και πληροφόρηση
Για περισσότερες πληροφορίες, σας προτείνουμε να επισκεφθείτε το ψηφιακό αρχείο και την εκπαιδευτική πλατφόρμα του ιστότοπου «Μνήμες από την Κατοχή στην Ελλάδα».↵ Το ψηφιακό αρχείο περιλαμβάνει περισσότερες από 90 μαρτυρίες Ελληνίδων και Ελλήνων που έζησαν την Κατοχή στα παιδικά ή εφηβικά τους χρόνια. Η εκπαιδευτική πλατφόρμα δημιουργήθηκε με βάση το υλικό των προφορικών μαρτυριών του αρχείου και παρουσιάζει τις διάφορες όψεις της Κατοχής στην Ελλάδα, μέσα από θεματικές ενότητες, όπως η παιδική ηλικία και η καθημερινή ζωή στην Κατοχή, η επισιτιστική κρίση, η εμπειρία από τα στρατόπεδα συγκέντρωσης και τα λεγόμενα αντίποινα που διέπραξαν οι Γερμανοί κατακτητές.
Πηγές:
1) Anna Maria Droumpouki, «Trauma der deutschen Besatzung», στο: Zeitschrift für Genozidforschung, 17ο έτος, τεύχη 1-2, Εκδόσεις Velbrück Wissenschaft, Βάιλερσβιστ 2009, σ. 210.
2) Ο τραγικός απολογισμός της γερμανικής κατοχής στην Ελλάδα: βλ. Η έκταση της καταστροφής, ιστότοπος «Μνήμες από την Κατοχή στην Ελλάδα», ημερομηνία πρόσβασης: 22 Φεβρουαρίου 2020.
3) Λιμός: βλ. Anna Maria Droumpouki, «Alltag und Kindheit während der deutschen Besatzung», Bildungsplattform↵, ιστότοπος «Μνήμες από την Κατοχή στην Ελλάδα», απόσπασμα.