LOGO2

Στην έκθεση ιδεών για τις απολυτήριες εξετάσεις στο μάθημα της γερμανικής γλώσσας, με θέμα «150 χρόνια συναντήσεων γερμανικού και ελληνικού πνεύματος», η Ροζαλί δεν γράφει μόνο ότι η Ελλάδα έχει αποτελέσει πηγή έμπνευσης για λογοτέχνες και στοχαστές, αλλά επισημαίνει και το ενδιαφέρον των Γερμανών αρχαιολόγων για την Ελλάδα. Μεταξύ άλλων, υπογραμμίζει τη σημαντική συνεισφορά των ανασκαφών του Ερρίκου Σλήμαν στις συναντήσεις του γερμανικού πνεύματος με το ελληνικό πνεύμα. Κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1870, ο Σλήμαν έκανε ανασκαφές στη βορειοδυτική ακτή της Τουρκίας, όπου πίστευε ότι βρισκόταν η ομηρική Τροία. Αφού έφερε στο φως τον θρυλικό θησαυρό του Πριάμου, τον δώρισε τελικά το 1880 «στον γερμανικό λαό». Λίγο πριν από το τέλος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, ο Κόκκινος Στρατός κατέλαβε το Βερολίνο και μετέφερε τα λάφυρα στη Μόσχα, όπου βρίσκονται μέχρι σήμερα. Πάντως, μετά τον Σλήμαν, ακολούθησαν και άλλοι Γερμανοί που άπλωσαν χέρι σε αρχαιολογικούς θησαυρούς του ελλαδικού χώρου. [1]

✎ Έρευνα: Αριστομένης-Ζευς Κωτάτης, Αλέξανδρος Τόλιας, Νικόλαος Βότσης

Ναζιστικά λάφυρα από την Ελλάδα

Από αρχαιοτάτων χρόνων, η Ελλάδα δεν είναι γνωστή μόνο ως λίκνο της δημοκρατίας και κοιτίδα του ευρωπαϊκού πολιτισμού, αλλά και ως ανεξάντλητη πηγή αρχαιολογικών θησαυρών, όπως είναι τα έργα τέχνης, τα κοσμήματα   αλλά και αντικείμενα αξίας.
Η αντιπαράθεση για την επιστροφή των γλυπτών του Παρθενώνα από το Βρετανικό Μουσείο απασχολεί ξανά και ξανά την πολιτική και τα μέσα μαζικής ενημέρωσης. «Στις αρχές του 19ου αιώνα, ο Βρετανός λόρδος Έλγιν, τότε πρέσβης στην Κωνσταντινούπολη, αφαίρεσε δεκάδες γλυπτά από τον Παρθενώνα και άλλους ναούς του ιερού βράχου της Ακρόπολης και τα μετέφερε λαθραία στη Μεγάλη Βρετανία. Ωστόσο, δεκαπέντε χρόνια αργότερα, ο Έλγιν χρεοκόπησε και ζήτησε από τη βρετανική κυβέρνηση να αγοράσει τους κλεμμένους αρχαιολογικούς θησαυρούς. Πριν από 200 χρόνια, το βρετανικό κοινοβούλιο ενέκρινε την αγορά των μαρμάρων για λογαριασμό του Βρετανικού Μουσείου. Από την ίδρυση του ανεξάρτητου ελληνικού κράτους, το 1830, έχουν γίνει επανειλημμένες προσπάθειες, για να επιστραφούν τα μαρμάρινα γλυπτά στην Ελλάδα. Για τον ίδιο σκοπό αγωνίστηκε κατά τη δεκαετία του 1980 και η αείμνηστη υπουργός Πολιτισμού, Μελίνα Μερκούρη. Δυστυχώς, οι Βρετανοί παραμένουν ανυποχώρητοι μέχρι και σήμερα. Παρ’ όλα αυτά, οι ελληνικές αξιώσεις εξακολουθούν να είναι επίκαιρες, όπως παρατηρεί ο [πρώην] υπουργός Πολιτισμού, Αριστείδης Μπαλτάς». [2]

Τα Ελγίνεια Μάρμαρα στο Βρετανικό Μουσείου του Λονδίνου © Andrew Dunn, 3 Δεκεμβρίου 2005, Attribution-Share Alike 2.0 Generic, Creative Commons

Λιγότερο γνωστές είναι οι συστηματικές διαρπαγές αρχαιοτήτων κατά τη διάρκεια της γερμανικής κατοχής στην Ελλάδα, και μάλιστα όχι μόνο για την οικονομική αξία των ευρημάτων, όσο πρωτίστως για την ιδεολογική σημασία τους. Όπως επισημαίνει ο Γερμανός αρχαιολόγος Γκούντερ Σαίμπελ, έκτακτος καθηγητής στο Πανεπιστήμιο του Τύμπινγκεν, «το 1933, όταν ανήλθαν στην εξουσία οι εθνικοσοσιαλιστές, ανέκυψε η ανάγκη να βρεθούν πάσης φύσεως αποδείξεις για την παρουσία ινδογερμανικών φύλων σε όλα τα μήκη και τα πλάτη της Ευρώπης. […] Τα κριτήρια ήταν τόσο ελαστικά, ώστε οι προσπάθειες ευοδώθηκαν με την ανασκαφή ενός ορθογώνιου νεολιθικού κτίσματος στη Θεσσαλία, το οποίο ερμηνεύτηκε ως δείγμα για την ύπαρξη ενός προγονικού [sic] ινδογερμανικού οικισμού στον ελλαδικό χώρο». [3]
O Γκούντερ Σαίμπελ αποκαλύπτει και το μέγεθος της διαρπαγής, κάνοντας λόγο για είκοσι τρία κιβώτια, γεμάτα με «όστρακα αγγείων, λίθινα και οστέινα εργαλεία, πήλινα ειδώλια, με άλλα λόγια, τα συνήθη κινητά ανασκαφικά ευρήματα».[4]

Έπαρση της χιτλερικής σημαίας από Γερμανούς στρατιώτες στον ιερό βράχο της Ακρόπολης. Ομοσπονδιακό Αρχείο του Γερμανικού Κράτους, αρ. τεκμ. 101I-164-0389-23A, Theodor Scheerer, CC BY-SA 3.0, wikimedia commons↵

Τα ευρήματα ήρθαν στο φως από Γερμανούς αρχαιολόγους το φθινόπωρο του 1941, όταν η Ελλάδα βρισκόταν υπό ναζιστική κατοχή. Κατ’ εντολήν της Einsatzstab Reichsleiter Rosenberg (ERR, Διεύθυνση Επιχειρήσεων υπό τον Προϊστάμενο του Ράιχ, Άλφρεντ Ρόζενμπεργκ), οι αρχαιολόγοι πήραν τον δρόμο για τη Θεσσαλία. Εκεί, στον νεολιθικό οικισμό της μαγούλας Βισβίκη, ανάμεσα στον Βόλο και στη Λάρισα, οι εκτεταμένες ανασκαφές έφεραν στο φως τα πολυπόθητα ευρήματα. Ωστόσο, πίσω από το εγχείρημα κρυβόταν μια ιδεολογική σκοπιμότητα, διότι η εντολή του ERR προς τους αρχαιολόγους ήταν να αποδείξουν ότι ο ελληνικός πολιτισμός είχε τις ρίζες του στην άρια φυλή, με το επιχείρημα ότι η περιοχή είχε τάχα εποικιστεί προ αμνημονεύτων χρόνων από βόρεια γερμανικά φύλα.

Επικεφαλής της ανασκαφής ήταν ο Γερμανός αρχαιολόγος Χανς Ράινερτ, μέλος του Εθνικοσοσιαλιστικού Κόμματος. Μετά το τέλος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, κρατήθηκε για μία διετία (1946-1948) σε στρατόπεδο αιχμαλώτων. Μετά την αποφυλάκισή του, ανέλαβε τη διεύθυνση του Μουσείου Pfahlbau στο Ουντερούλντινγκεν, έναν μικρό οικισμό στη λίμνη της Κωνσταντίας. Χάρη στις διασυνδέσεις του Ράινερτ, ένα μέρος των αρχαιολογικών ευρημάτων από την Ελλάδα μεταφέρθηκε στα μέσα της δεκαετίας του 1950 στο Μουσείο Pfahlbau.

Φωτό: Η οργανωτική διάρθρωση της Einsatzstab Reichsleiter Rosenberg (ERR, Διεύθυνση Επιχειρήσεων υπό τον Προϊστάμενο του Ράιχ, Άλφρεντ Ρόζενμπεργκ). Attribution-Share Alike 3.0 Unported, Creative Commons↵ 

Για πολλές δεκαετίες, τα κιβώτια με τα θεσσαλικά ευρήματα έμειναν να σκονίζονται στο αρχείο του μουσείου. Μετά τον θάνατο του Ράινερτ το 1990, ο επόμενος διευθυντής ανέλαβε την πρωτοβουλία να επιθεωρήσει και να απογράψει τα σχεδόν ανεξάντλητα αποθέματα. Μεταξύ άλλων, ανακάλυψε περισσότερους από επτακόσιους τόμους οι οποίοι είχαν λαφυραγωγηθεί από ουκρανικές βιβλιοθήκες και φρόντισε να επιστραφούν στο Κίεβο στα μέσα της δεκαετίας του 1990. Ο Χανς Ράινερτ τους είχε καταχωνιάσει και αυτούς στις αποθήκες του μουσείου μετά το τέλος του πολέμου. Αντίθετα, για τον διάδοχό του, Γκούντερ Σαίμπελ, η επιστροφή των λαφύρων είναι θέμα αρχής: «Το πολιτικό μήνυμα είναι ότι, κατά τη γνώμη μας, κάθε χώρα δικαιούται να διατηρεί τα τεκμήρια του πολιτισμού της εντός των συνόρων της».

Με αυτό το σκεπτικό, τα ευρήματα από τη Θεσσαλία επέστρεψαν το 2014 στην Ελλάδα. Για τον Γκούντερ Σαίμπελ, η επιστροφή τους σηματοδοτεί την αρχή ενός νέου κεφαλαίου στην αρχαιολογική έρευνα, αφού στο εξής Έλληνες και Γερμανοί επιστήμονες θα έχουν τη δυνατότητα να εργαστούν από κοινού και να φέρουν στο φως νέα στοιχεία για την προϊστορία της Ελλάδας, απελευθερωμένοι από κάθε είδους ιδεολογικά φορτία.

Από τον Φεβρουάριο του 2009 έως τον Οκτώβριο του 2014, η κυρία Μαρία Βλαζάκη ήταν προϊστάμενη της Γενικής Διεύθυνσης Αρχαιοτήτων και Πολιτιστικής Κληρονομιάς της Ελλάδας. Όπως δήλωσε στην επίσημη τελετή που πραγματοποιήθηκε τον Ιούνιο του 1914 στο Μουσείο Pfahlbau, με αφορμή την παράδοση των αρχαιοτήτων στην αντιπροσωπεία του ελληνικού Υπουργείου Πολιτισμού, «πρόκειται για μάρτυρες του παρελθόντος, ηλικίας χιλιάδων χρόνων. Μοιραζόμαστε με το Μουσείο Pfahlbau την κοινή πεποίθηση ότι όλα αυτά τα πολιτιστικά αγαθά πρέπει να επιστρέψουν στην πατρίδα τους, την Ελλάδα». [5]

«Εξετάζοντας τους λαούς της Ευρώπης, διαπιστώνουμε ότι κανένας άλλος δεν συνεισέφερε στην κατανόηση του αρχαίου ελληνικού πνεύματος τόσο ουσιαστικά όσο οι Γερμανοί». Με αυτά τα λόγια αρχίζει η έκθεση ιδεών της μαθήτριας Ροζαλί για τις απολυτήριες εξετάσεις του 1944. Στη συνέχεια, η μαθήτρια μιλά για τους αρχαίους Έλληνες, «την αρχαιολογία, τη γλυπτική, τα γράμματα και τη μουσική». Πράγματι, η ναζιστική Γερμανία έδειξε ξεχωριστό ενδιαφέρον για την αρχαία Ελλάδα, φροντίζοντας να κατασκευάσει μια πνευματική σύνδεση ανάμεσα στην ελληνική αρχαιότητα και στο Τρίτο Ράιχ ή, αλλιώς, ανάμεσα στους αρχαίους Έλληνες και στην επινοημένη άρια φυλή.

Εθνικοσοσιαλισμός και αρχαιότητα

Γερμανοί στρατιώτες στην Ακρόπολη, 11 Μαΐου 1941. Φωτογραφία του Gerhard Gronefeld (1911-2000) © Γερμανικό Ιστορικό Μουσείο του Βερολίνου, αρ. τεκμ. GG N 394/21a, LeMO↵

«Η αρχή έγινε το έτος 1920 με μια τοποθέτηση του Χίτλερ, σύμφωνα με την οποία όλοι οι προηγμένοι πολιτισμοί της αρχαιότητας είχαν τις ρίζες τους στη βόρεια (nordisch) άρια φυλή. Με το σύνθημα “ex septentrione lux” [από τον Βορρά πηγάζει το φως], το οποίο ήρθε να ανατρέψει όλες τις μέχρι τότε επιστημονικές ανακαλύψεις, η ελληνική αρχαιότητα ερμηνεύτηκε ως τμήμα της ιστορίας των ινδογερμανικών φύλων και ενσωματώθηκε στη γερμανική κληρονομιά. Η ευφάνταστη θεωρία δεν συνέβαλε μόνο στην αναβάθμιση των τάχα “προγονικών” γερμανικών φύλων, τα οποία εξυμνούνταν τόσο από τον Χάινριχ Χίμλερ και τα Ες Ες όσο και από άλλες οργανώσεις που φρόντιζαν να υπερτονίζουν τα ιδιαίτερα γνωρίσματα της γερμανικής φυλής, αλλά χρησίμευσε και στην αιτιολόγηση των επεκτατικών βλέψεων της Γερμανίας. Με την αναγόρευσή της σε “κομματική βίβλο” και σε “καθεστωτικό δόγμα”, η θεωρία της καταγωγής των αρχαίων πολιτισμών από βόρεια φύλα βρήκε τον πιο ακραίο και λαοπρόβλητο υπερασπιστή της στο πρόσωπο του διαβόητου Χανς Φ. Κ. Γκύντερ, θεωρητικού της φυλετικής καθαρότητας. Σχολικά βιβλία, πραγματείες και λεξικά, όπως το Brockhaus, καθώς και ακαδημαϊκοί από τομείς, όπως η Αρχαιολογία, η Προϊστορία, η Κλασική Φιλολογία, οι Καλές Τέχνες, οι Παιδαγωγικές Επιστήμες και η Φιλοσοφία, φρόντισαν να διαδοθεί ευρέως στο Τρίτο Ράιχ η θεωρία για την υπεροχή των βόρειων γερμανικών φύλων, ο λεγόμενος νορδισμός ή νορδικισμός (Nordismus). […] Πατώντας πάνω στην εξιδανίκευση της κλασσικής ελληνικής αρχαιότητας, η οποία εγκαινιάστηκε τον 18ο αιώνα με τον Γιόχαν Γιοάχιμ Βίνκελμαν (1717-1768), οι εθνικοσοσιαλιστές έσπευσαν να ταυτίσουν φυλετικά το αρχαιοελληνικό πρότυπο με τους Γερμανούς άριους. Σκληραγωγημένος από τη σωματική άσκηση και προικισμένος με υψηλή νοημοσύνη, ο βόρειος πολεμιστής πλασαρίστηκε ως αισθητικό ιδεώδες στις τέχνες και στον πολιτισμό. […] Ο Πλάτων αναδείχτηκε από τους ναζί σε “στοχαστή του δικτατορικού καθεστώτος και του φυλετικού κράτους”, ενώ το “Μέλαν Τάγμα” των Ες Ες είχε ως πρότυπο στρατιωτικού κράτους την αρχαία Σπάρτη, όπου ο ηρωισμός μιας ελίτ και η προθυμία της να θυσιαστεί για την πατρίδα διασφάλιζαν τη “φυλετική καθαρότητα”, με τη διάπλαση γερού σώματος και την εξόντωση των φυλετικά “κατώτερων”. […] Διαστρεβλώνοντας τις θεωρίες του Δαρβίνου, ο Χίτλερ ερμήνευσε σκόπιμα την ιστορική πορεία της ανθρωπότητας ως “πάλη των φυλών” (Rassenkampf), με τη “Βόρεια Εσπερία” να διεξάγει αέναο αγώνα για επιβίωση ενάντια στον “κίνδυνο εξ Ανατολών”, όπως και οι Άριοι ενάντια στους Σημίτες. Συνεπώς, η επιθετικότητα του ναζιστικού καθεστώτος στράφηκε κατά των Εβραίων, οι οποίοι υπονόμευαν και ροκάνιζαν τάχα το “εθνικό σώμα” ως “παράσιτα της οικουμένης”». [6]

Πηγές:

[1] Πβ. Christoph Arens, «Homer beim Wort genommen», 9 Απριλίου 2020, Domradio↵, ημερομηνία πρόσβασης: 19 Ιουλίου 2020

[2] Wolfgang Landmesser: «Griechische Skulpturen zurück nach Athen?», 6 Ιουνίου 2016, Deutschlandfunk↵, ημερομηνία πρόσβασης: 18 Ιουλίου 2020

[3] Thomas Wagner, «Baden-Würtemberg gibt Nazi-Beute zurück», 18 Ιουνίου 2014, Deutschlandfunk↵, ημερομηνία πρόσβασης: 18 Ιουλίου 2020

[4] Αυτ.

[5] Αυτ.

[6] Johann Chapoutot, Der Nationalsozialismus und die Antike, Εκδόσεις Philipp von Zabern, Ντάρμσταντ 2014. Βιβλιοπαρουσίαση του Matthias Willing, 27 Οκτωβρίου 2014, H-Soz-Kult↵, ημερομηνία πρόσβασης: 18 Ιουλίου 2020

Γερμανική Σχολή Αθηνών

Δημοκρίτου 6 & Γερμανικής Σχολής Αθηνών

151 23 Μαρούσι

Τηλεφωνικό κέντρο: (+30) 210 6199260-5,

νέο τηλεφωνικό κέντρο (+30) 211 7774500

Φαξ: (+30) 210 619 9267

E-Mail: sekretariat@dsathen.gr