Aρχική / Πρόσωπα/Πορτρέτα / Καθηγήτριες και Καθηγητές / Ελίζαμπετ φον Χάουφ / Iστορικό πλαίσιο
Από μια πρώτη γνωριμία με τη δεσποινίδα Φον Χάουφ, φαίνεται πως έχουμε να κάνουμε με μια φλογερή εθνικοσοσιαλίστρια. Η «πολιτική αξιοπιστία» ήταν απαραίτητη προϋπόθεση για την πρόσληψη εκπαιδευτικών στα γερμανικά σχολεία του εξωτερικού. Σε προσωπική επιστολή της προς τον τότε διευθυντή Άλφρεντ Ρομαίν, δηλώνει κατενθουσιασμένη με τη «χαλαρωτική, αναζωογονητική και συντροφική ατμόσφαιρα στο κάστρο», τις διαλέξεις, τις ομιλίες και το θέμα μιας έκθεσης. Ως γνωστόν, οι εκπαιδευτικοί ήταν υποχρεωμένοι να συμμετέχουν τακτικά στα επιμορφωτικά σεμινάρια της Εθνικοσοσιαλιστικής Ομοσπονδίας Εκπαιδευτικών (NSLB). Στη συνέχεια, παραθέτουμε τα αποτελέσματα της έρευνάς μας για το εθνικοσοσιαλιστικό πρότυπο του Γερμανού εκπαιδευτικού στα σχολεία του εξωτερικού, τα κριτήρια επιλογής των εκπαιδευτικών και τον ιδεολογικό προσανατολισμό της διδασκαλίας, καθώς και για τον ρόλο της Ελλάδας ως τόπου καταφυγής για Εβραίους πρόσφυγες από τη ναζιστική Γερμανία.
✎ Έρευνα: Γιάννης Τόλιας, Λουδοβίκος Μπίτζιος, Ίωνας Κάμπλιτζ Παναγιωτόπουλος, Αλέξιος Τσακαλάκος
Τα γερμανικά σχολεία του εξωτερικού υπό το ναζιστικό καθεστώς – Κριτήρια πρόσληψης Γερμανών εκπαιδευτικών και πρόγραμμα διδασκαλίας
Μετά την κατάληψη της εξουσίας (Machtergreifung) από τους εθνικοσοσιαλιστές, στα παιδαγωγικά καθήκοντα των Γερμανών εκπαιδευτικών του εξωτερικού ήρθε να προστεθεί και ένας νέος ρόλος. Οι υποψήφιοι διδάσκοντες επιλέγονταν από το γερμανικό Υπουργείο Εξωτερικών, με την προϋπόθεση να ανταποκρίνονται στο προπαγανδιστικό πρότυπο της «κυρίαρχης γερμανικής φυλής» και να ενσαρκώνουν το ιδεώδες του εθνικοσοσιαλισμού. Έπρεπε να είναι σωματικά και ψυχικά «υγιείς», πειθαρχημένοι και υπάκουοι. Δεδομένου ότι η «πολιτική αξιοπιστία» ήταν ένα από τα βασικά κριτήρια επιλογής των εκπαιδευτικών, οι καθηγητές ήταν στη συντριπτική τους πλειονότητα θιασώτες του εθνικοσοσιαλισμού και μέλη διαφόρων ναζιστικών οργανώσεων. Ομοίως, η διδασκαλία των περισσότερων μαθημάτων έφερε έντονα τη σφραγίδα της ναζιστικής ιδεολογίας. Οι μαθητές διαπαιδαγωγούνταν άμεσα ή έμμεσα στις ιδέες και στις θεωρίες του ναζισμού, και μάλιστα ακόμα και σε μαθήματα που δεν είχαν εκ πρώτης όψεως καμία σχέση με το συγκεκριμένο αντικείμενο, όπως, για παράδειγμα, η διδασκαλία της Φυλετικής Αγωγής στο μάθημα των Μαθηματικών. Η παρακολούθηση του μαθήματος της Εθνικής Πολιτικής Αγωγής ήταν υποχρεωτική για τους Γερμανούς μαθητές της τότε ΓΣΑ, όχι όμως για τους ελληνόπαιδες. Απώτερος στόχος των γερμανικών σχολείων του εξωτερικού ήταν να ενσωματώσουν τον πολιτισμό της οικοδέσποινας χώρας σε μια μελλοντική γερμανική κοινωνία.
Φωτό: Αρχείο Γερμανικής Σχολής Αθηνών
Το εθνικοσοσιαλιστικό πρότυπο του εκπαιδευτικού στα σχολεία του εξωτερικού
Το Εθνικοσοσιαλιστικό Κόμμα (NSDAP) έβλεπε στους εκπαιδευτικούς του εξωτερικού τούς προασπιστές του έθνους, οι οποίοι αγωνίζονταν στην πρώτη γραμμή του μετώπου για τη διάδοση της γερμανικής ιδέας. Στη διδακτορική διατριβή του, με τίτλο Τα γερμανικά σχολεία του εξωτερικού – Τεκμήρια για την εξωτερική πολιτική του Τρίτου Ράιχ, ο Γενς Βάιμπελ διερευνά τις πολυποίκιλες πτυχές του γερμανικού εκπαιδευτικού συστήματος της αλλοδαπής στα χρόνια του ναζισμού. Στη συνέχεια, παραθέτουμε μερικά αποσπάσματα από την εξαιρετική διατριβή του. (…)
Ο εκπαιδευτικός του εξωτερικού είχε την αποστολή να «αναδειχθεί σε φορέα της νέας γερμανικής ιδέας, αντλώντας νέες δυνάμεις από το χώμα της πάτριας γης, προκειμένου να διαμορφώσει το κατάλληλο κλίμα αλληλεπίδρασης ανάμεσα στην πατρίδα και στο εξωτερικό. Σκοπός του είναι να διαδώσει εκτός Γερμανίας το πνεύμα του Φύρερ και να οδηγήσει το μαθητικό ποίμνιό του στον δρόμο που έχει χαράξει ο Αδόλφος Χίτλερ». Για την επίτευξη ενός τόσο υψηλού στόχου, το έθνος είχε ανάγκη από ανθρώπους με «απόλυτη προσήλωση στο εθνικό φρόνημα». Η Γερμανία είχε χρέος να δείξει στην οικουμένη ότι «το γερμανικό έθνος απαρτίζεται σήμερα από ενάρετους ανθρώπους, και όχι απλώς από μια χούφτα πιστούς υπηκόους πίσω από τον Αδόλφο Χίτλερ».
Εκτός από το διδασκαλικό έργο του, ο εκπαιδευτικός του εξωτερικού είχε χρέος να συμβάλει με όλες του τις δυνάμεις στην «τιτάνια πάλη του έθνους μας για την εσωτερική και εξωτερική ελευθερία του, καθώς και στον αγώνα για τη διεθνή διάδοση των δεσμών αίματος της γερμανικής φυλής και της πίστης στην πατρίδα». […] «Είναι απεσταλμένος του γερμανικού πολιτισμού και αγωνίζεται στην πρώτη γραμμή, κάτω από τις πιο σκληρές συνθήκες, για τη διαφύλαξη και τη διάδοση της γερμανικής ιδέας».
Στα χρόνια του ναζισμού, η ιδιότητα του εκπαιδευτικού ήταν αναπόσπαστη από το εθνικοσοσιαλιστικό φρόνημα. Συνεπώς, ο εκπαιδευτικός του εξωτερικού θεωρούνταν «κήρυκας του γερμανικού πολιτισμού και πρεσβευτής της εθνικοσοσιαλιστικής στάσης ζωής».
Ως εκ τούτου, «οι εκπαιδευτικοί του εξωτερικού είναι οι απόστολοι του εθνικοσοσιαλισμού» και «καλούνται να αποτελούν υποδειγματικό πρότυπο εθνικοσοσιαλιστικής αρετής και πειθαρχίας για τα ξένα έθνη, καθώς και ζωντανή απόδειξη ότι ο εθνικοσοσιαλισμός όχι μόνο αγαπά και τιμά τον λαό του, αλλά και είναι πρόθυμος να αγωνιστεί για τα ιδανικά του έθνους».
Κριτήρια επιλογής εκπαιδευτικών
Το πνεύμα του εθνικοσοσιαλισμού αποτυπώνεται και στις επίσημες οδηγίες του χιτλερικού κράτους για την επιλογή των εκπαιδευτικών. Σύμφωνα με μια διάταξη του γερμανικού Υπουργείου Παιδείας από τις 8 Δεκεμβρίου 1934, στην αξιολόγηση των εκπαιδευτικών έπρεπε να συμπεριληφθούν και παρατηρήσεις για τα εξής σημεία: «1) Διδακτική μεταδοτικότητα, 2) Ικανότητα του αιτούντος να επιβάλλει την πειθαρχία χωρίς σκληρά πειθαρχικά μέτρα, 3) Συνολική εκτίμηση της προσωπικότητας του υποψηφίου, της σχέσης του με τους μαθητές, τους γονείς, τους συναδέλφους και τη σχολική διεύθυνση, 4) Ιδιαίτερα προσόντα για εξωσχολικές δράσεις, 5) Καλή διαγωγή, 6) Εθνικό φρόνημα». Με την αξιολόγηση του εθνικού φρονήματος των εκπαιδευτικών ήρθε να προστεθεί ένα νέο κριτήριο επιλογής για τον διορισμό τους στη δημόσια εκπαίδευση. Εκτός από τα εκπαιδευτικά προσόντα, οι αρμόδιες υπηρεσίες του Εθνικοσοσιαλιστικού Κόμματος αναλάμβαναν να εξακριβώσουν την «πολιτική αξιοπιστία» των υποψηφίων. Προφανώς, σκοπός ήταν να διορίζονται στα γερμανικά σχολεία του εξωτερικού μόνο εκπαιδευτικοί με «πολιτική ακεραιότητα», δηλαδή εθνικοσοσιαλιστικό φρόνημα. Πολλοί από τους υποψηφίους είχαν ήδη αποδείξει την αξία τους σε άλλα σχολεία του εξωτερικού. Οι επίσημες αξιολογήσεις των υποψηφίων από την αρμόδια διεύθυνση δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης υποβάλλονταν σε τακτική βάση στο διοικητικό συμβούλιο του κάθε σχολείου.
Φωτό: Αρχείο Γερμανικής Σχολής Αθηνών
Οι εκπαιδευτικοί του εξωτερικού
Οι εκπαιδευτικοί που υπηρετούσαν σε γερμανικά σχολεία του εξωτερικού θεωρούνταν «σημαιοφόροι» του νέου πολιτικού και εκπαιδευτικού συστήματος. Αν λάβουμε υπόψη τα ιδεολογικά κριτήρια επιλογής, δεν μας εκπλήσσει το γεγονός ότι, στην πλειονότητα των περιπτώσεων, οι εκπαιδευτικοί ήταν μέλη ή ανώτερα στελέχη του Εθνικοσοσιαλιστικού Κόμματος και δραστηριοποιούνταν στις κατά τόπους ομάδες της Οργάνωσης Εξωτερικού του Εθνικοσοσιαλιστικού Κόμματος (NSDAP/AO). Μάλιστα από το 1936 ο αριθμός των εκπαιδευτικών αυτών αυξήθηκε ακόμα περισσότερο.
Ο ιδεολογικός προσανατολισμός της διδασκαλίας
Το πρόγραμμα διδασκαλίας στα σχολεία του εξωτερικού ήταν προσανατολισμένο στην ιδέα της γερμανικής εθνικής κληρονομιάς. Η καλλιέργεια του εθνικού αισθήματος αποτελούσε κοινό και καθοριστικό σημείο αναφοράς για όλα τα σχολικά μαθήματα. Η διδασκαλία των «ακατάλυτων νόμων που διέπουν τη ζωή του έθνους και της φυλής» αποτελούσε «απαραίτητο εφόδιο για την κατοπινή ζωή των μαθητών». Όπως υπογράμμιζε ο δρ Όσκαρ Χαίφλινγκ, καθηγητής στη Γερμανική Σχολή του Βαλπαραΐσο της Χιλής, η ιδέα του εθνικού αισθήματος δεν έπρεπε να μεταλαμπαδευτεί με σοβινιστικά επιχειρήματα, δεδομένου ότι η γερμανική εθνική ταυτότητα και η ξένη ιθαγένεια δεν απέκλειαν απαραίτητα η μία την άλλη. Όπως επισημαίνεται και στη συνεδρίαση του Διοικητικού Συμβουλίου της Γερμανικής Σχολής Ρώμης, ενόψει των απολυτηρίων εξετάσεων του 1937, τα γερμανικά σχολεία του εξωτερικού είχαν την αποστολή να διαπαιδαγωγήσουν τα παιδιά, ώστε αυτά «να αισθανθούν μέλη του Τρίτου Ράιχ».
Φωτό: Αρχείο Γερμανικής Σχολής Αθηνών
Το μάθημα της Φυλετικής Αγωγής
Οι βασικές κατευθυντήριες γραμμές για τη διδασκαλία της Βιολογίας, της Ιστορίας, της Γερμανικής Γλώσσας, της Γεωγραφίας και των Μαθηματικών είχαν τεθεί ήδη από τα πρώτα χρόνια της ναζιστικής διακυβέρνησης. Ο νέος κανονισμός εξετάσεων που τέθηκε σε ισχύ το 1935 έδινε ιδιαίτερο βάρος στη διδασκαλία της Βιολογίας και όριζε για τα γερμανικά σχολεία του εξωτερικού να συμπεριλαμβάνεται η Βιολογία στα υποχρεωτικά μαθήματα για τις απολυτήριες εξετάσεις των τελειοφοίτων. Ωστόσο, στοιχεία Φυλετικής Αγωγής διδάσκονταν και στα άλλα σχολικά μαθήματα, γεγονός που ενισχύθηκε ακόμα περισσότερο κατά τα επόμενα χρόνια, και μάλιστα με ιδιαίτερο βάρος στον κλάδο της γενεαλογικής έρευνας και της οικογενειακής ιστορίας.
Όπως ισχυριζόταν ο Καρλ Ντόιτελμοζερ, καθηγητής στη Γερμανική Σχολή του Οσόρνο της Χιλής, «η διδασκαλία της Γενεαλογίας θα αφυπνίσει στους μαθητές το αίσθημα της οικογενειακής συνοχής και θα ενισχύσει τους δεσμούς αίματος αλλά και την πεποίθηση ότι ανήκουν σε μια κοινότητα με κοινό πεπρωμένο, η οποία συνδέει μεταξύ τους όλους τους Γερμανούς», τουλάχιστον σύμφωνα με την εθνικοσοσιαλιστική ιδεολογία. Αν και ο Ντόιτελμοζερ υποστήριζε ότι η Γενεαλογία δεν χρειαζόταν να καθιερωθεί ως ξεχωριστό μάθημα, πρότεινε να εισαχθεί ως επί μέρους γνωστικό αντικείμενο στα άλλα σχολικά μαθήματα, θεωρώντας ότι αποτελούσε έναν ιδιαίτερα απλό και παραστατικό τρόπο για την εξοικείωση των μαθητών με ζητήματα γενετικής και φυλετικής κληρονομιάς. Τέλος, έκρινε σκόπιμο να δίνονται στους μαθητές εργασίες για το σπίτι, στις οποίες θα ασχολούνταν με τη γενεαλογική ιστορία της οικογένειάς τους. Σύμφωνα με την οδηγία που εκδόθηκε το 1937 από το Υπουργείο Παιδείας της Βυρτεμβέργης, οι μαθητές της έβδομης τάξης καλούνταν να καταρτίσουν το γενεαλογικό τους δέντρο έως τη γενιά των παππούδων τους και να το έχουν ολοκληρώσει μέχρι την αποφοίτησή τους από το σχολείο. Η οδηγία απηύθυνε στο διδακτικό προσωπικό έκκληση για διακριτικούς χειρισμούς κατά την καθοδήγηση των μαθητών, δεδομένου ότι στα σχολεία δεν φοιτούσαν μόνο γερμανόπαιδες. Κατά πάσα πιθανότητα, σκοπός ήταν να αποφευχθεί η κριτική από γονείς οι οποίοι δεν ήταν Γερμανοί.
Φωτό: Αρχείο Γερμανικής Σχολής Αθηνών
Η διδασκαλία της Φυλετικής Αγωγής στο μάθημα της Ιστορίας
Το βασικό πρόβλημα του εθνικοσοσιαλιστικού μαθήματος της Ιστορίας στα γερμανικά σχολεία του εξωτερικού εντοπιζόταν στο γεγονός ότι η διδακτική ύλη περιλάμβανε τρεις μεγάλες ενότητες, αφού, εκτός από τη γερμανική και την παγκόσμια Ιστορία, οι μαθητές είχαν να διδαχθούν και την ιστορία του τόπου τους. Όπως όριζε το εκπαιδευτικό σύστημα της οικοδέσποινας χώρας, η τελευταία ήταν υποχρεωτικό μάθημα στο πρόγραμμα διδασκαλίας και διδασκόταν συνήθως από γηγενείς καθηγητές στην τοπική γλώσσα. Αντίθετα, η γερμανική και η παγκόσμια Ιστορία διδάσκονταν από Γερμανούς εκπαιδευτικούς. Σύμφωνα με το διδακτικό μοντέλο του εθνικοσοσιαλισμού, το ζητούμενο ήταν να αναδειχθούν οι παραλληλίες ανάμεσα στις ιστορικές περιόδους της γερμανικής και της τοπικής Ιστορίας, καθώς και οι ιστορικοί δεσμοί της εκάστοτε χώρας με την ευρωπαϊκή της μητρόπολη.
Στα χρόνια του ναζισμού, το μάθημα της Ιστορίας δεν έπαψε να διαβρώνεται ολοένα και περισσότερο από τη διδασκαλία της φυλετικής αγωγής. Οι σχετικές διατάξεις του γερμανικού Υπουργείου Παιδείας, οι οποίες τέθηκαν σε ισχύ από τις 15 Ιανουαρίου 1935, ήταν δεσμευτικές και για τους γερμανόπαιδες που φοιτούσαν σε γερμανικά σχολεία του εξωτερικού, και όριζαν ότι στο μάθημα της Ιστορίας δεν θα εξεταζόταν μόνο το γενεαλογικό δέντρο των μαθητών, αλλά και η γενεαλογία επιφανών αντρών. Επίσης, η ανάδειξη του σημαντικού ρόλου της Γερμανίας στο ιστορικό γίγνεσθαι θα οδηγούσε στην εδραίωση της «φυλετικής υπερηφάνειας» στην κατοπινή ζωή των μαθητών. Επομένως, απαραίτητο στοιχείο για την ιστορική διαπαιδαγώγηση των μαθητών ήταν η «φυλετική θεώρηση του κόσμου«, δεδομένου ότι οι κοσμοθεωρητικές αντιλήψεις του ανθρώπου ορίζονταν από τη φυλετική του ταυτότητα. Ο εθνικοσοσιαλιστής εκπαιδευτικός Ρόλαντ Φάρβιγκ απέδιδε τη γένεση του πολιτισμού στη βόρεια (άρια) φυλή και υποστήριζε ότι η μοντέρνα διδασκαλία της Ιστορίας αποτελούσε το κατάλληλο εργαλείο για να ενστερνιστούν οι μαθητές τη φυλετική θέαση της Ιστορίας και να διαπαιδαγωγηθούν με την ιδέα ότι «κάθε αλλόφυλο στοιχείο προέρχεται από το αρχαίο πνεύμα του φυλετικού χάους και έχει προσκολληθεί στο εθνικό μας σώμα επιβιώνοντας ανά τους αιώνες ως παρασιτική μορφή ζωής». Συνεπώς, έπρεπε να εκριζωθεί και να εξαλειφθεί, «προκειμένου οι Γερμανοί να επιστρέψουν συνειδητά στις αρχέγονες αξίες τους και στα φυλετικά τους ορμέμφυτα».
Πηγή: Jens Waibel, Die deutschen Auslandsschulen – Materialien zur Außenpolitik des Dritten Reiches [Τα γερμανικά σχολεία του εξωτερικού – Τεκμήρια για την εξωτερική πολιτική του Τρίτου Ράιχ], διδακτορική διατριβή υπό την επίβλεψη του καθηγητή Dr. Gangolf Hübinger (πανεπιστημιακή έδρα Ιστορίας του Πολιτισμού στο Τμήμα Πολιτιστικών Επιστημών του Ευρωπαϊκού Πανεπιστημίου Viadrina), ημερομηνία υποβολής: 15 Νοεμβρίου 2010, Φρανκφούρτη (Όντερ) 2010, σσ. 87-89, 258 κ.ε.
Η τελετή εγκαινίων του Οίκου Γερμανικής Εκπαίδευσης στο Μπαϊρόιτ τον Ιούλιο του 1936. Ο Φριτς Βαίχτλερ, γκάουλαϊτερ του διοικητικού διαμερίσματος της Ανατολικής Βαυαρίας (Gau Bayreuth), εκφωνεί λόγο μπροστά από το Μνημείο της Γερμανίδας Μητέρας. Πηγή: Das Deutschland Adolf Hitlers. Die ersten vier Jahre des Dritten Reichs. Sonderbeilage Gau Bayerische Ostmark, Μόναχο 1937, σ. 112i, Historisches Lexikon Bayerns↵, ημερομηνία πρόσβασης: 11 Αυγούστου 2020
Η Εθνικοσοσιαλιστική Ομοσπονδία Εκπαιδευτικών (NSLB), 1929-1943
Η Εθνικοσοσιαλιστική Ομοσπονδία Εκπαιδευτικών ιδρύθηκε το 1929 και διαλύθηκε πρακτικά το 1943. Με την εγκαθίδρυση του ναζιστικού καθεστώτος, ο ρόλος της NSLB αναβαθμίστηκε, καθώς ήταν πλέον η μοναδική ένωση εκπαιδευτικών στη γερμανική επικράτεια. Ωστόσο, οι ανταγωνιστικές σχέσεις της με άλλες οργανώσεις του Κόμματος, με τη γραφειοκρατία του εκπαιδευτικού συστήματος και τη Χιτλερική Νεολαία, δεν της επέτρεψε να ασκήσει ποτέ καθοριστική επιρροή στην εκπαιδευτική πολιτική του Τρίτου Ράιχ. Η NSLB έδρευε στο Μπαϊρόιτ, όπου είχε την έδρα του τόσο ο Χανς Σλεμ (1891-1935), ιδρυτής και πρώτος πρόεδρος της Ομοσπονδίας, όσο και ο διάδοχός του, Φριτς Βαίχτλερ (1891-1945), ως γκάουλαϊτερ[1] του συγκεκριμένου διοικητικού διαμερίσματος.
Οργανόγραμμα της Κεντρικής Διεύθυνσης Εκπαίδευσης και της Εθνικοσοσιαλιστικής Ομοσπονδίας Εκπαιδευτικών. Πηγή: Organisationsbuch der NSDAP, Μόναχο 1936, σ. 255, Historisches Lexikon Bayerns↵
Προϊστορία και ίδρυση της NSLB
Τα πρώτα βήματα για την ίδρυση της Εθνικοσοσιαλιστικής Ομοσπονδίας Εκπαιδευτικών έγιναν σε μια συνάντηση εκπαιδευτικών, η οποία πραγματοποιήθηκε στο περιθώριο του συνεδρίου του Εθνικοσοσιαλιστικού Κόμματος στις 3-4 Ιουλίου 1926 στη Βαϊμάρη. Ωστόσο, χρειάστηκε να μεσολαβήσουν άλλα τρία χρόνια μέχρι την επίσημη ίδρυση της Ομοσπονδίας στις 21 Απριλίου 1929, αν και με πρωτοβουλία του πρώην εκπαιδευτικού Χανς Σλεμ (1891-1935), βουλευτή του NSDAP στο βαυαρικό κοινοβούλιο και γκάουλαϊτερ του Μπαϊρόιτ από το 1928, είχαν πραγματοποιηθεί και άλλες συναντήσεις εθνικοσοσιαλιστών εκπαιδευτικών. Τον Αύγουστο του 1929, η NSLB αναγνωρίστηκε επισήμως στο Κομματικό Συνέδριο της Νυρεμβέργης και αριθμούσε τότε περίπου διακόσια μέλη, υπό την ηγεσία του Σλεμ. Σε αντίθεση με τις άλλες οργανώσεις εκπαιδευτικών της εποχής, η NSLB δεν αυτοπροσδιοριζόταν ως συνδικαλιστικό όργανο για την προώθηση των συμφερόντων του κλάδου, αλλά ως συνασπισμός μάχιμων δυνάμεων στον αγώνα για την κατάληψη της εξουσίας από τον Αδόλφο Χίτλερ (1889-1945).
Επομένως, αντιστοίχως χαμηλοί ήταν και οι προγραμματικοί στόχοι της Εθνικοσοσιαλιστικής Ομοσπονδίας Εκπαιδευτικών, με τη δράση της να περιορίζεται σε ελάχιστα ζητήματα, όπως η αναβάθμιση της επαγγελματικής κατάρτισης των εκπαιδευτικών, η καθιέρωση του ενιαίου σχολείου και ο «ανελέητος αγώνας ενάντια στις οργανώσεις των εκπαιδευτικών, οι οποίες έχουν μολυνθεί στη μεγάλη τους πλειονότητα από φιλελεύθερες, μαρξιστικές και δημοκρατικές ιδέες».
Αν και τα πρώτα χρόνια ο ρόλος της ήταν μάλλον ασήμαντος, από τα μέσα του 1932 άρχισε να βρίσκει ολοένα και μεγαλύτερη απήχηση στην εκπαιδευτική κοινότητα. Έτσι, ενώ τον Απρίλιο του 1932 αριθμούσε 4.000 μέλη, τον Σεπτέμβριο του ίδιου έτους τα εγγεγραμμένα μέλη ξεπέρασαν τις 9.000 και άγγιξαν τις 12.000 τον Μάρτιο του 1933.
Ευθυγράμμιση όλων των εκπαιδευτικών συλλόγων με το ναζιστικό καθεστώς (1933-1938)
Με την εγκαθίδρυση του ναζιστικού καθεστώτος, η Εθνικοσοσιαλιστική Ομοσπονδία Εκπαιδευτικών εκπλήρωσε τον αρχικό στόχο της. Για τον Σλεμ, επόμενη αποστολή ήταν να μετατρέψει την οργάνωση από «μάχιμη δύναμη» σε ενιαίο μέτωπο όλων των εκπαιδευτικών του Ράιχ, πράγμα που όντως επιτεύχθηκε, αφενός με τη στρατολόγηση μεμονωμένων μελών και αφετέρου με την απορρόφηση όλων των παραδοσιακών εκπαιδευτικών ενώσεων. Και στις δύο περιπτώσεις, ο Σλεμ δεν δίστασε να καταφύγει σε απειλές και σε αθέμιτη χρήση πολιτικής εξουσίας για την επίτευξη του σκοπού του, έτσι ώστε στα τέλη του 1933 η οργάνωση να αριθμεί 250.000 μέλη.
Οι περισσότερες από τις παλαιότερες ενώσεις εκπαιδευτικών είχαν ήδη διαλυθεί, ενώ, από τις μαζικές και σημαντικές οργανώσεις, μόνο ο Σύλλογος Εκπαιδευτικών Βαυαρίας και η Γερμανική Ένωση Φιλολόγων αντιστάθηκαν έως το 1937-1938 στις προσπάθειες για τη διάλυσή τους.
Υποβάθμιση και διάλυση της NSLB
Καθ’ όλη τη διάρκεια της λειτουργίας της, η Εθνικοσοσιαλιστική Ομοσπονδία Εκπαιδευτικών δεν κατάφερε να απαγκιστρωθεί από τον οργανωτικό της ρόλο και να επικεντρωθεί σε ουσιαστικά εκπαιδευτικά ζητήματα, καθώς παραήταν απασχολημένη με τον εαυτό της και την περίπλοκη οργανωτική δομή της, ώστε να αποκτήσει κύρος και να ασκήσει σημαντική επιρροή σε θέματα εκπαιδευτικής πολιτικής.
Η κρίση της Εθνικοσοσιαλιστικής Ομοσπονδίας Εκπαιδευτικών επιτάθηκε στα χρόνια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, δεδομένου ότι η περίπλοκη οργανωτική δομή δυσχέραινε ολοένα και περισσότερο τον έλεγχο και τη διαχείριση των οικονομικών της. Όταν το 1943 η Εθνικοσοσιαλιστική Ομοσπονδία Εκπαιδευτικών διαλύθηκε με εντολή της Δημοσιονομικής Υπηρεσίας του Εθνικοσοσιαλιστικού Κόμματος, δεν βρέθηκε σχεδόν κανείς να διαμαρτυρηθεί.
Πηγή: Fritz Schäffer, «Nationalsozialistischer Lehrerbund (NSLB), 1929-1943». Δημοσιεύθηκε στις 30 Ιουνίου 2006 στον ιστότοπο Historisches Lexikon Bayerns↵, ημερομηνία πρόσβασης: 11 Αυγούστου 2020
Η Ελλάδα ως καταφύγιο για Εβραίους πρόσφυγες στα χρόνια του ναζισμού
Στα πρώτα χρόνια της ναζιστικής διακυβέρνησης, αρκετά μέλη της εβραϊκής κοινότητας και άλλων μειονοτήτων έτρεφαν ακόμα την ελπίδα ότι η καθημερινή ζωή τους δεν θα παρουσίαζε ιδιαίτερες αλλαγές. Δυστυχώς, η πραγματικότητα δεν άργησε να τους διαψεύσει. Σταδιακά, η κατάσταση άρχισε να επιδεινώνεται ολοένα και περισσότερο. Στο δεύτερο μισό της δεκαετίας του 1930, οι διακρίσεις εις βάρος των Εβραίων αποτελούσαν καθημερινό φαινόμενο. Η γερμανική κοινή γνώμη όχι μόνο έπαψε να τους αντιμετωπίζει ως ισότιμους πολίτες, αλλά και τους θεωρούσε αφερέγγυους, μοχθηρούς και αξιομίσητους. Εκατοντάδες χιλιάδες Εβραίοι οδηγήθηκαν στην ανεργία και στη φτώχεια. Επομένως, οι λόγοι για τη διαφυγή τους στο εξωτερικό δεν ήταν μόνο κοινωνικοπολιτικής αλλά και οικονομικής φύσης. Στη μεγάλη τους πλειονότητα, οι Εβραίοι πρόσφυγες σκόπευαν να φτάσουν στην Παλαιστίνη, ενώ ορισμένοι κατέφυγαν σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες ή στην Αμερική. Η Ελλάδα λειτουργούσε συχνά ως πέρασμα στην Παλαιστίνη. Ωστόσο, πολλοί πρόσφυγες βρήκαν καταφύγιο στην Ελλάδα, όπου ο αντισημιτισμός και η ξενοφοβία δεν είχαν ευρεία απήχηση, παρά τις επίμονες προσπάθειες της γερμανικής εξωτερικής πολιτικής. Μάλιστα η ελληνική οικονομία ωφελήθηκε από την τροφοδότηση του συστήματος παραγωγής με νέο εργατικό δυναμικό. Ωστόσο, η κατάσταση στην Ελλάδα οξύνθηκε κατά τη διάρκεια της γερμανικής κατοχής. Τόσο οι Εβραίοι όσο και άλλες μειονότητες διώχθηκαν, εκτοπίστηκαν σε στρατόπεδα συγκέντρωσης και θανατώθηκαν. Παρ’ όλα αυτά, σε πολλά νησιά και πόλεις της Ελλάδας, ο ελληνικός λαός επέδειξε υποδειγματική αλληλεγγύη και υψηλό αντιστασιακό φρόνημα, προσφέροντας καταφύγιο στους κυνηγημένους και σώζοντας εκατοντάδες Εβραίους από βέβαιο θάνατο.