LOGO2

✎ Ίωνας Κάμπλιτζ Παναγιωτόπουλος, Λουδοβίκος Μπίτζιος

Η περίπτωση Φον Χάουφ. Διάγνωση: οξεία σκωληκοειδίτιδα

Η περίπτωση Φον Χάουφ καταδεικνύει πόσο βαθιά επηρέαζε η ναζιστική ιδεολογία τους εκπαιδευτικούς της εποχής και τις μεταξύ τους σχέσεις, ενώ συγχρόνως μαρτυρά ότι η σκληρότητα, η ασπλαχνία και η αδιαφορία για τον πλησίον είχαν εξαλείψει κάθε ίχνος ενσυναίσθησης, κατανόησης και συμπόνιας για τον συνάνθρωπο. Υπό αυτές τις συνθήκες ήταν σχεδόν αδύνατον να καλλιεργηθεί μια σχέση αμοιβαίας εμπιστοσύνης. Περισσότερες λεπτομέρειες για την περιπέτεια της νεαρής καθηγήτριας, στην παρουσίαση που ακολουθεί.

Τα τρία πρώτα χρόνια της Ελίζαμπετ φον Χάουφ ως καθηγήτριας της Γερμανικής Σχολής Αθηνών κύλησαν χωρίς προβλήματα, ώσπου στα τέλη Δεκεμβρίου 1937 διαγνώστηκε με οξεία σκωληκοειδίτιδα και χρειάστηκε να εγχειριστεί επειγόντως. Ο δρ Αποστολόπουλος, γιατρός της εμπιστοσύνης του Γερμανού πρέσβη στην Αθήνα, της συνέστησε την κλινική του Εβραίου εμιγκρέ δρα Μύλλερ.

Ζήτημα ζωής και θανάτου ή Η κλινική του δρα Μύλλερ

Μπορούμε να υποθέσουμε ότι ο δρ Αποστολόπουλος ήταν μάλλον υποστηρικτής της μεταξικής ιδεολογίας, από την οποία απουσίαζε το στοιχείο του αντισημιτισμού. Κύριο γνώρισμα της δικτατορίας του Ιωάννη Μεταξά ήταν μεν ο σφοδρός αντικομμουνισμός και οι διώξεις των μειονοτήτων, όχι όμως των Εβραίων της Ελλάδας. Πολλοί καθηγητές της Γερμανικής Σχολής Αθηνών, όπως και ο τότε διευθυντής, δρ Άλφρεντ Ρομαίν, ήταν έξω φρενών με την απόφαση της δεσποινίδας Φον Χάουφ να επιλέξει για την περίθαλψή της έναν Εβραίο γιατρό. Το έτος 1937, οι Γερμανοί ήταν στη συντριπτική τους πλειονότητα διαποτισμένοι με το δηλητήριο του αντισημιτισμού. Με την εφαρμογή των Φυλετικών Νόμων της Νυρεμβέργης (1935), είχε ανοίξει και επισήμως ο δρόμος για τον αποκλεισμό των Εβραίων και τη στέρηση των δικαιωμάτων τους, τις συλλήψεις και τις διώξεις, με αποκορύφωμα το πογκρόμ της 9ης Νοεμβρίου 1938 (Νύχτα των Κρυστάλλων) σε ολόκληρη τη γερμανική επικράτεια. Η συγκεκριμένη τακτική ενίσχυσε το αίσθημα της φυλετικής υπεροχής των Γερμανών απέναντι στις μειονότητες, επηρεάζοντας κατά πάσα πιθανότητα και τη στάση των συναδέλφων της νεαρής καθηγήτριας απέναντι στον Εβραίο γιατρό. Στις 6 Απριλίου 1939, η Ελίζαμπετ γράφει στον επιτετραμμένο του Ράιχ στην Αθήνα, δρα Κουρτ-Φριτς φον Γκραίβενιτς, ότι έχει «τεράστιες επιφυλάξεις για την επιλογή της Κλινικής Μύλλερ» και ότι γι’ αυτό τον λόγο ζήτησε «τη συμβουλή της διακονίσσης Έλζε Βίνγκολντ», η οποία τη διαβεβαίωσε με τη σειρά της για την αξιοπιστία του γιατρού. Για τα έξοδα νοσηλείας και ιατρικής περίθαλψης υπέβαλε αίτηση για τη χορήγηση βοηθήματος από το δημόσιο ταμείο του Ράιχ. Όπως παρατηρεί ο Άλφρεντ Ρομαίν στην έκθεσή του προς την Περιφερειακή Διεύθυνση της Εθνικοσοσιαλιστικής Ομοσπονδίας Εκπαιδευτικών, η δεσποινίς Φον Χάουφ φέρεται να μην είχε άλλη επιλογή, δεδομένης και της απελπιστικής κατάστασης που επικρατεί στο αθηναϊκό σύστημα υγείας.

Δήλωση ασθενείας με συνέπειες

Στις αρχές του σχολικού έτους 1938-1939, η δεσποινίς Φον Χάουφ ζήτησε από τον τότε διευθυντή της ΓΣΑ, Άλφρεντ Ρομαίν, να παρατείνει την άδειά της, διότι, σύμφωνα με τη σύσταση του γιατρού της, η κακή κατάσταση της υγείας της δεν της επέτρεπε να ταξιδέψει. Η επιστροφή της στην Αθήνα «θα εξαρτηθεί και από τις πολιτικές εξελίξεις», δεδομένου ότι «η εχθρική στάση της Γερμανίας έχει οδηγήσει σε ολοένα και μεγαλύτερες εντάσεις». Στις 17 Φεβρουαρίου 1939, η ΓΣΑ διοργάνωσε χοροεσπερίδα για τους Έλληνες και τους Γερμανούς διδάσκοντες του σχολείου, αποβλέποντας πιθανώς στη βελτίωση των σχέσεων μεταξύ των εκπαιδευτικών και με σκοπό να αντιστραφεί η αρνητική εικόνα της Γερμανίας ως φιλοπόλεμης χώρας. Την ίδια ημέρα, η Ελίζαμπετ φον Χάουφ δήλωσε ασθένεια. Ο διευθυντής του σχολείου τής συνέστησε να μην απουσιάσει από τη χοροεσπερίδα, διότι κάτι τέτοιο θα μπορούσε να οδηγήσει σε παρεξηγήσεις.

Κλιμάκωση της αντιπαράθεσης με τον διευθυντή της ΓΣΑ

Στις 6 Απριλίου 1939, η δεσποινίς Φον Χάουφ απευθύνθηκε γραπτώς στην Εθνικοσοσιαλιστική Ομοσπονδία Εκπαιδευτικών και ζήτησε να μετατεθεί στην Πράγα, υπογραμμίζοντας ότι, λόγω των υφιστάμενων εντάσεων, δεν είχε πλέον την πρόθεση να παρατείνει τη σύμβασή της με τη Γερμανική Σχολή Αθηνών. Επίσης, στην επιστολή που απέστειλε την ίδια μέρα στον δρα Βρέντε, πρόεδρο του Διοικητικού Συμβουλίου της ΓΣΑ, άφησε να εννοηθεί ότι εκλαμβάνει τις προειδοποιήσεις του διευθυντή ως ευθεία απειλή.

Στις 8 Μαΐου, ο Άλφρεντ Ρομαίν κάλεσε στο γραφείο του τη νεαρή εκπαιδευτικό και της εξέφρασε τη δυσαρέσκειά του για την ύποπτη και ιδιαίτερα αλλόκοτη στάση της σε τρεις περιπτώσεις. Πρώτον το περιστατικό οξείας σκωληκοειδίτιδας στις 23 Δεκεμβρίου 1937, δεύτερον η αίτηση για παράταση της άδειάς της στις 27 Σεπτεμβρίου 1938 και τρίτον η απουσία της από τη χοροεσπερίδα λόγω ασθενείας στις 17 Φεβρουαρίου 1939, πράγμα το οποίο εξέλαβε ως προσωπική προσβολή.

Όπως παρατηρεί αργότερα η Ελίζαμπετ, κατά τη διάρκεια της συνομιλίας της με τον διευθυντή, ένιωσε ιδιαίτερα αδικημένη και ήταν απόλυτα πεπεισμένη ότι οι επιπλήξεις του δεν φανέρωναν καλές προθέσεις.

Απόλυση από τη ΓΣΑ

Στις 25 Μαΐου, ο διευθυντής Άλφρεντ Ρομαίν απέστειλε στην Περιφερειακή Διεύθυνση της Εθνικοσοσιαλιστικής Ομοσπονδίας Εκπαιδευτικών μια έκθεση σχετικά με την αντιπαράθεση ανάμεσα στον ίδιο και στην Ελίζαμπετ. Η επιστολή απηχεί ξεκάθαρα τη γνώμη του Ρομαίν για τη νεαρή εκπαιδευτικό. Ο διευθυντής την αποκαλεί υστερική και ύπουλη, της καταλογίζει ασυνέπεια προς τις αρχές του εθνικοσοσιαλισμού και της αποδίδει ψυχοσωματικές διαταραχές. Σύμφωνα με τον Ρομαίν, η συμπεριφορά της πηγάζει από το συμπλεγματικό μίσος της για τον ίδιο. Λίγο αργότερα, το Εθνικοσοσιαλιστικό Κόμμα έδωσε στον Ρομαίν το ελεύθερο να απολύσει την Ελίζαμπετ. Στις 17 Ιουνίου 1939, η Ελίζαμπετ έγραψε στον Ρομαίν μια σύντομη απολογητική επιστολή. Ωστόσο, εκείνος δεν έκανε δεκτή τη συγγνώμη της και χαρακτήρισε το γράμμα της ανέντιμο και περιττό, όπως υπογραμμίζει στην απαντητική του επιστολή από τις 19 Ιουνίου 1939.

Πέντε μήνες αργότερα, στις 18 Νοεμβρίου 1939, η Ελίζαμπετ Φον Χάουφ απολύθηκε από τη Γερμανική Σχολή Αθηνών. Στην αξιολόγησή του, ο διευθυντής δεν συνιστά την τοποθέτησή της σε άλλο γερμανικό σχολείο του εξωτερικού, μέχρις ότου αποκατασταθεί πλήρως η σωματική και ψυχική υγεία της.

Γερμανική Σχολή Αθηνών

Δημοκρίτου 6 & Γερμανικής Σχολής Αθηνών

151 23 Μαρούσι

Τηλεφωνικό κέντρο: (+30) 210 6199260-5,

νέο τηλεφωνικό κέντρο (+30) 211 7774500

Φαξ: (+30) 210 619 9267

E-Mail: sekretariat@dsathen.gr